Σάββατο 6 Μαρτίου 2010

Η ρύθμιση της κοινωνικής πραγματικότητας μεσω του Αστικού Δικαίου


Ρύθμιση της κοινωνικής πραγματικότητος
μέσω
του Αστικού Δικαίου


Οι νόμοι και οι κανόνες του δικαίου επιδιώκουν να ρυθμίσουν την ζωή και τις κοινωνικές σχέσεις. Ο νομοθέτης που νομοθετεί και τα πρόσωπα που είναι επιφορτισμένα με την εφαρμογή των νόμων, είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν τις κοινωνικές συνθήκες και τις πνευματικές θεμελιώδεις παραδοχές της κοινωνίας, έτσι ώστε οι ρυθμίσεις να βρίσκονται σε λογική αντιστοιχία με τις κοινωνικές ανάγκες και τα κοινωνικά προβλήματα και να μην τα αντιπαρέρχονται παραθεωρώντας την κοινωνική πραγματικότητα.

Για τον λόγο αυτό οφείλουν να αναδειχθούν τα πνευματικά και τα κοινωνικά θεμέλια που επηρέασαν το Αστικό Δίκαιο κατά την θέσπισή του και που σφραγίζουν το περιεχόμενο του Ιδιωτικού Δικαίου σήμερα.

Πίσω από τις διατάξεις του Αστικού Δικαίου και τις θεμελιώδεις αξιολογήσεις του βρίσκεται η ηθική του προσώπου ως εικόνα του ανθρώπου, που χωρίς να την εκφράζει ρητά ο συντάκτης του, ωστόσο την προϋποθέτει ως αυτονόητη.

Αυτό το ανθρωπιστικό πρότυπο του συντάκτη του Αστικού Κώδικα έχει ως αφετηρία τον άνθρωπο ως πρόσωπο, που αυτοπροσδιορίζεται ως ηθικό και λογικό πρόσωπο, που κατά την φύση του και τον προσδιορισμό του διαμορφώνει ελεύθερα και υπεύθυνα την παρουσία του και το περιβάλλον του στα πλαίσια πάντοτε των δεδομένων δυνατοτήτων, ταυτόχρονα δε θέτει στόχους και περιορισμούς στις δραστηριότητές του.[1]

Ο ηθικός περσοναλισμός με την αναγνώριση του προσώπου και της ανθρώπινης αξίας στο Σύνταγμα κυριαρχεί σήμερα ως ύψιστη αξία σε όλη την έννομη τάξη.

Από την ανθρώπινη αξία απορρέει ότι κάθε άνθρωπος απέναντι σε οποιονδήποτε άλλον έχει ένα δικαίωμα να αντιμετωπίζεται ως πρόσωπο. Αυτή η αρχή της αμοιβαίας αναγνωρίσεως είναι μία θεμελιώδεις αρχή όχι μόνον της δικής μας εννόμου τάξεως αλλά κάθε ανεπτυγμένης εννόμου τάξεως. Είναι μία θεμελιώδης αρχή του ορθού δικαίου.[2]


1. Οι αρχές της ιδιωτικής αυτονομίας και της προσωπικής ευθύνης στο Ιδιωτικό Δίκαιο


Το Αστικό Δίκαιο είναι ο κορμός του Ιδιωτικού Δικαίου.

Το Ιδιωτικό Δίκαιο είναι εκείνος ο κλάδος του Δικαίου που ρυθμίζει τις σχέσεις των προσώπων μεταξύ τους πάνω στη βάση της ισοτιμίας και της αυτοδιαθέσεως η άλλως της ιδιωτικής αυτονομίας.

Από τους γενικούς αντικειμενικούς σκοπούς του δικαίου απορρέουν ως ειδικώτερες εκφάνσεις του δικαίου γενικές αξιολογήσεις, περιεκτικά διατυπωμένες αρχές, που, χωρίς να έχουν οι ίδιες την μορφή του κανόνα δικαίου, με συγκεκριμένο δηλ. πραγματικό και ορισμένη έννομη συνέπεια, προσφέρουν εν τούτοις ως κατευθυντήριες προτάσεις με έντονο αξιολογικό περιεχόμενο και καθολική αποδοχή την δικαιολογητική βάση της περιεχόμενης σε ορισμένη διάταξη ρυθμίσεως.[3]

Το βασικό χαρακτηριστικό του Ιδιωτικού Δικαίου και η θεμελιώδης οργανωτική του αρχή, που το διατρέχει σε όλες τις εκφάνσεις του, είναι η αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας.

Η ιδιωτική αυτονομία συνδέεται με την προσωπική ευθύνη των κοινωνών του Δικαίου και αφήνει την άσκηση και την διάπλαση των δικαιωμάτων τους στην δική τους απόφαση.

Η αξία του ανθρώπου που κατοχυρώνεται στο άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματός μας και η προστατευόμενη από το άρθρο 5 παρ. 1 Σ ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητος του ατόμου υπαγορεύουν ότι καθένας μπορεί να διαμορφώνει την ζωή του και τις σχέσεις του προς τους άλλους υπεύθυνα και να μην εξουσιάζεται[1] από φορείς της κρατικής εξουσίας.

Αντιθέτως, οι φορείς της κρατικής εξουσίας δεν ενεργούν με βάση την άσκηση ατομικών ελευθεριών αλλά εξασκούν τις αρμοδιότητες που τους έχουν ανατεθεί.

Φυσικά η ατομική ελευθερία και η ιδιωτική αυτονομία που προστατεύονται συνταγματικά, περιορίζονται από τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου σε μια οργανωμένη κοινωνία.

Ο περιορισμός όμως της ελευθερίας της ιδιωτικής αυτονομίας δεν είναι δυνατόν να είναι αυθαίρετος.[4]

Ελλείπει ο λόγος του περιορισμού της ιδιωτικής αυτονομίας η δεν δικαιολογείται ο περιορισμός της επαρκώς, τότε προκρίνεται η ελευθερία της ιδιωτικής αυτονομίας.

Ισχύει ο κανόνας in dubio pro libertate, στον οποίο αντιπαρατίθεται η δέσμευση της κρατικής εξουσίας στις αρμοδιότητες που της επιφυλάσσονται και ο κανόνας της αναλογικότητος.


2. Περιορισμοί της ιδιωτικής αυτονομίας από το Δημόσιο Δίκαιο. Ισχύς θεμελιωδών αρχών του Αστικού Δικαίου και στο Δημόσιο Δίκαιο


Η αρχή της αναλογικότητος του Δημοσίου Δικαίου σημαίνει, ότι επιτρέπεται ο περιορισμός των ελευθεριών των ατόμων και κατ’ ακολουθίαν της ιδιωτικής αυτονομίας, στο μέτρο που με τον περιορισμό αυτό υπηρετούνται σημαντικότερα συμφέροντα, η δε επέμβαση για την επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού οφείλει να είναι η πλέον πρόσφορη και να χρησιμοποιείται το ηπιώτερο δυνατό μέσο.

Μία άλλη ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στο Ιδιωτικό και στο Δημόσιο Δίκαιο επικεντρώνεται στην επιδίωξη διαφορετικών συμφερόντων.

Στο Ιδιωτικό Δίκαιο ανατίθεται η πραγμάτωση των ατομικών συμφερόντων των μετεχόντων σε μία έννομη σχέση και πρόκειται βασικά για πραγμάτωση των ατομικών συμφερόντων και την εξισορρόπηση των συγκρουομένων και ανταγωνιζομένων επιδιώξεων.

Αντιθέτως, στις έννομες σχέσεις του Δημοσίου Δικαίου μετέχει τούλάχιστον ένας φορέας κρατικής εξουσίας, στον οποίο έχει ανατεθεί η πραγμάτωση του κοινού-δημοσίου συμφέροντος.

Ωστόσο και από το Ιδιωτικό Δίκαιο είναι δυνατόν να υπηρετούνται και δημόσια συμφέροντα, όπως το συμφέρον της ασφάλειας του δικαίου η το συμφέρον για ρυθμίσεις, που διευκολύνουν την δικαιοσύνη, στο μέτρο που αποδεικνύουν, για παράδειγμα, τις συναφθείσες έννομες σχέσεις μέσω τηρήσεως τύπου, εντύπων και συμβολαιογραφικών επικυρώσεων.

Το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται επίσης με την κοινωνική προστασία που παρέχεται π.χ. στο δίκαιο της μισθώσεως και στο Εργατικό Δίκαιο[5], καθώς συμβάλλουν στην αποτροπή η στην άμβλυσνση των προβλημάτων των αστέγων και της ανεργίας.[6]

Αυτά τα συμφέροντα του Δημοσίου στο Ιδιωτικό Δίκαιο δεν είναι βέβαια ανατεθειμένα σε υπεύθυνα για την πραγμάτωσή τους πρόσωπα του Ιδιωτικού Δικαίου. Πολύ περισσότερο ανακύπτουν ως παρεπόμενες συνέπειες των πρωταρχικά επιδιωκομένων ατομικών συμφερόντων η περιορίζουν την ιδιωτική αυτονομία ως ακυρωτικές διατάξεις η κηρύσσουν ως ανυπόστατες κάποιες έννομες σχέσεις, χωρίς να έχει ανατεθεί σε κάποιο πρόσωπο η πραγμάτωση του δημοσίου συμφέροντος ως δικαίωμα και επιταγή, όπως αυτό συμβαίνει στο χώρο του Δημοσίου Δικαίου, με την ανάθεση της αποστολής αυτής σε δημόσιους φορείς.[7] Η βαθμιαία δημοσιοποίηση σχέσεων που παραδοσιακά ανήκαν στο Ιδιωτικό Δίκαιο, οφείλεται στην κρατική παρεμβατικότητα, κατά την οποία η Πολιτεία παρεμβαίνει ρυθμιστικά με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον.[8] Φτάσαμε σήμερα να μιλάμε για δημοσιοποίηση του Ιδιωτικού Δικαίου[9]

Στο Δημόσιο Δίκαιο δεν περιλαμβάνονται όλοι οι Κανόνες που διέπουν την λειτουργία του κράτους και των δημοσίων οργανισμών και των σχέσεών τους με τους πολίτες.

Όταν η διοίκηση λειτουργεί στα πλαίσια της εκτελεστικής εξουσίας, οι νομικές πράξεις στις οποίες προβαίνει δεν είναι κατ’ ανάγκη διοικητικές, δηλ. δεν πρόκειται για πράξεις και αποφάσεις που λαμβάνονται μονομερώς και κυριαρχικά, ώστε και οι διαφορές που αναφεύονται με αφορμή την έκδοσή τους να θεωρούνται διοικητικές. Η διοικητική δράση στο σύνολό της, ασχέτως αν κινείται προς την κατεύθυνση της ικανοποιήσεως του δημοσίου συμφέροντος δεν ασκείται πάντοτε δια της οδού του δημοσίου-διοικητικού δικαίου. Μεγάλο μέρος της διέπεται όπως τονίσαμε αρχικά από το Ιδιωτικό Δίκαιο και ειδικώτερα από το Αστικό κυρίως αλλά και το Εμπορικό και το Εργατικό Δίκαιο![10]

Καταληκτικά πρέπει να σημειωθεί ότι το Ιδιωτικό Δίκαιο έχει, σε αντίθεση με το Δημόσιο Δίκαιο, ως αντικείμενο δικαιώματα και υποχρεώσεις, τα οποία αφορούν τον καθένα. Γιαυτό το λόγο είναι το δίκαιο του κάθε ενός[11], ενώ στο Δημόσιο Δίκαιο πάντα συμμετέχει ένας φορέας δημόσιας εξουσίας με ιδιαίτερα δικαιώματα, που δεν απονέμονται σε ένα πρόσωπο του Ιδιωτικού Δικαίου.[12]


3. Η διαθετική αρχή του Αστικού Δικαίου «σφραγίζει» και το Αστικό Δικονομικό Δίκαιο


Όπως έχει ορθώς παρατηρηθεί το Αστικό Δικονομικό Δίκαιο έχει δύο αντικείμενα να υπηρετήσει μέσω της δίκης. Αφ’ ενός μεν την αξίωση για παροχή δικαστικής προστασίας και το δικαίωμα της ακροάσεως στους διαδίκους, αφ’ ετέρου όμως η έννομη σχέση της δίκης υπηρετεί τις σχέσεις των διαδίκων μεταξύ τους, οι οποίοι στη διαδικασία είναι ισότιμα πρόσωπα, με τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις.

Η έννομη σχέση της δίκης που κατά την επιστήμη θεωρείται ως τριγωνική, ως έννομη δηλ. σχέση ανάμεσα στους διαδίκους και των διαδίκων προς το δικαστήριο[13], όσον αφορά τις σχέσεις των διαδίκων μεταξύ τους, σφραγίζεται από την διαθετική αρχή που απορρέει από την αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας[14].

Οι διάδικοι έχουν την δυνατότητα να αποφασίσουν, τι αποδεικτικά μέσα θα χρησιμοποιήσουν και τι έκταση θα λάβει η διαδικασία. Επειδή όμως η διαδικασία αποτελεί μία ενότητα, την οποία δεν είναι δυνατόν να την διαιρέσουμε σε δύο συνιστώσες, μία Δημοσίου και μία Ιδιωτικού Δικαίου, το Αστικό Δικονομικό Δίκαιο πρέπει να θεωρηθεί ως ένας ενιαίος χώρος, που βρίσκεται ανάμεσα στο Δημόσιο και στο Ιδιωτικό Δίκαιο.[15]

Μέσα στο Ιδιωτικό Δίκαιο υπάρχουν βιωτικές σχέσεις σε διάφορες μορφές, η ρύθμιση των οποίων γίνεται είτε μέσω ειδικών νόμων, είτε κατά βάση μέσω της κωδικοποιήσεως που ισχύει για όλες τις βιωτικές σχέσεις που ενδιαφέρουν την έννομη τάξη.

Το Αστικό Δίκαιο νοείται ως μία κωδικοποίηση που ισχύει γενικά σε όλο το χώρο του Ιδιωτικού Δικαίου. Είναι το Δίκαιο βάσεως του Ιδιωτικού Δικαίου, και έτσι θεωρούμενο αποτελεί τον θεμελιώδη νόμο του Ιδιωτικού Δικαίου.

Στα πλαίσια του Ιδιωτικού Δικαίου το Αστικό Δίκαιο λειτούργησε σαν μία συνοπτική κωδικοποίηση των ιδιωτικών σχέσεων που αφορούσαν κάθε πρόσωπο. Το Αστικό Δίκαιο αποδεικνύει την σημασία του ως γενικό Ιδιωτικό Δίκαιο, γιατί ισχύει και εφαρμόζεται πάντοτε (allgemeiner Geltungsanspruch), όταν δεν υπάρχει ειδική ρύθμιση.[16]

Πολλοί ειδικοί νόμοι χτίζονται πάνω στις θεμελιώδεις έννοιες του Ιδιωτικού Δικαίου και κατανοούνται μόνον πάνω σ’ αυτές τις βάσεις. Ετσι για παράδειγμα η έννοια της αξιώσεως είναι θεμελιώδης για όλο το Ιδιωτικό Δίκαιο. Το ίδιο ισχύει για τον θεσμό της συμβάσεως και του νομικού προσώπου. Επίσης το δικαίωμα για αποζημίωση ως συνέπεια της αθετήσεως των υποχρεώσεων έχει γενική ισχύ.

Πολλοί επίσης ειδικοί νόμοι συνδέονται άρρηκτα με τις θεμελιώδεις αυτές γενικές αρχές του Αστικού Δικαίου και τις συμπληρώνουν.

Για την εμπορική δραστηριότητα τίθενται ήδη ιδιαίτεροι τύποι εταιρειών στην διάθεση του Εμπορικού Δικαίου για τις μορφές των προσωπικών εμπορικών και των κεφαλαιουχικών εταιρειών, ιδιαίτερα στον Νόμο περί ανωνύμων εταιρειών και των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης. Οι προσωπικές εμπορικές εταιρείες αναπτύσσονται πάνω στη βασική μορφή της αστικής εταρείας, ενώ η ανώνυμη και η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης στηρίζονται στη βασική μορφή του σωματείου.

Η σπονδυλική στήλη του Εργατικού Δικαίου είναι η σύμβαση εργασίας, η οποία στηρίχθηκε στον θεμελιώδη θεσμό της μισθώσεως της εργασίας και εξελίχθηκε μέσα από πολυάριθμες προστατευτικές διατάξεις, ευνοϊκές για τον εργαζόμενο, σε έναν ανεξάρτητο τύπο συμβάσεως.[17]

Αστικό-Εμπορικό-Εργατικό Δίκαιο-Ανακοινώσεις

>Αγαπητοί φίλοι, γειά Σας!

Στο ιστολόγιο αυτό θα βρίσκετε πληροφορίες για τα μαθήματα που διδάσκω
στο ΑΤΕΙ της Πάτρας.
Συγκεκριμένα στο ιστολόγιο θα βρίσκετε τις
ανακοινώσεις για τις εξετάσεις,
περιλήψεις μαθημάτων των διαλέξεων
που γίνονται στα τέσσερα Τμήματα του ΑΤΕΙ της Πάτρας που διδάσκω,
ασκήσεις με λύσεις στά αντίστοιχα πρακτικά παραδείγματα και οδηγίες για την
συγγραφή διπλωματικών/πτυχιακών
καί σεμιναριακών εργασιών.
Θα δημοσιεύονται επίσης περιληπτικές βιβλιογραφικές αναφορές σχετικές με τα μαθήματα που διδάσκω
και σύντομες περιλήψεις της δημοσιευμένης βιβλιογραφίας που είναι σχετική
με το Αστικό, το Εμπορικό και το Εργατικό Δίκαιο.